Ο κόσμος σε 360 μοίρες. Το μοναδικό '0% Lies & Errors Free' website. Στιγμές και όψεις της ελληνικής (και όχι μόνο) δημόσιας πραγματικότητας από ένα ιστολόγιο που αγαπάει την έρευνα. Επειδή η αλήθεια είναι μεταδοτική.
17 Αυγούστου 1944. Το μπλόκο της Κοκκινιάς. Από τις τέσσερις οργανώσεις του ΕΑΜ στον Πειραιά, το ΕΑΜ Κοκκινιάς ήταν η πιο δυνατή και η πιο μαζική. Εξι μήνες προσπαθούσαν Γερμανοί και ταγμασφαλήτες να πατήσουν πόδι, από το πρώτο μπλόκο, τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, το προσπαθούσαν, όμως ο οργανωμένος λαός με τα φρουραρχεία του ΕΛΑΣ τους απωθούσαν συνεχώς. Ετσι, χρειάστηκε μεγάλη προετοιμασία από τους Ναζί και τους συνεργάτες τους, και συγκέντρωση μεγάλης δύναμης πυρός εκείνη τη μέρα του Αυγούστου για να καταφέρουν οι υποτακτικοί του Walter Schimana (Βάλτερ Σιμάνα) να πατήσουν πόδι στην Κοκκινιά.
# Αυτή η φωτογραφία δείχνει μια μονάδα των Ταγμάτων Ασφαλείας Αθηνών με τους διοικητές τους Ιωάννη Πλυτζανόπουλο και Γ. Σγούρο:
1944: Γερμανοτσολιάδες, Ιωάννης Πλυτζανόπουλος, Γ. Σγούρος και πιθανόν Θ. Σγούρος (Μπέμπης) πιθανόν πριν το μπλόκο στην Κοκκινιά.
Διόλου απίθανο να εικονίζονται οι συγκεκριμένοι άνδρες του Βάλτερ Σιμάνα που αιμοτοκύλισαν τη συνοικία εκείνη τη μέρα του Αυγούστου του 1944. Αντιμετώπισαν αντίσταση, όμως.
# Ενα από τα φρουραρχεία του ΕΛΑΣ στις 17 Αυγούστου 1944. Μια ταράτσα στην οδό Κυδωνιών (σημερινή Πέτρου Ράλλη). ΕΛΑΣίτες που αμύνονται στήνουν μυδράλλιο.
Φωτογραφία ντοκουμέντο: Μια ταράτσα στην οδό Κυδωνιών (σημερινή Πέτρου Ράλλη). ΕΛΑΣίτες στήνουν μυδράλλιο έτοιμοι να αμυνθούν.
Μιχάλης Νικολινάκος – Ο σεμνός ζεν πρεμιέ και αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, από το μπλόκο της Κοκκινιάς, κρυμμένος σε ένα ξεροπήγαδο, στη μεγάλη οθόνη να παίζει τον ρόλο του εαυτού του
Ο Μιχάλης Νικολινάκος στις εκλογές του 1946, περιμένει να ψηφίσει
Επέτειος του Μπλόκου της Κοκκινιάς, και, οπωσδήποτε, όλοι/ες θα έχουμε διαβάσει τα σχετικά αφιερώματα στο διαδίκτυο (για ‘αφιερώματα στην τηλεόραση’, που λέγαμε άλλες χρονιές, φέτος δεν μπορούμε να μιλήσουμε δυστυχώς, με την ΕΡΤ κλειστή), μαζί με την προτροπή να δούμε την εξαιρετική ταινία ‘Το μπλόκο’ του Αδωνι Κύρου. Εμείς εδώ, προτιμήσαμε να εστιάσουμε σε κάποιες μάλλον άγνωστες πτυχές των γεγονότων, και -κυρίως- σε ένα πασίγνωστο πρόσωπο, αλλά με πολλές πλευρές της δράσης του εντελώς άγνωστες.
Κατοχικό αντιστασιακό σκίτσο. Πηγή Ριζοσπάστης
Ο Μιχάλης Νικολινάκος το 1944 ήταν μόλις 21 ετών, και ήταν ήδη ένας καταξιωμένος ζωγράφος, σκιτσογράφος, εικονογράφος βιβλίων και περιοδικών, δημιουργός εξωφύλλων, πορτρέτων και κάθε είδους εικαστικής δουλειάς. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, θέλησε να καταταχτεί εθελοντής, κι επειδή η ηλικία του ήταν απαγορευτική για κάτι τέτοιο, τελικά βρέθηκε να πολεμάει την ιταλική βία με τον δικό του τρόπο, με την πένα του και τις γελοιογραφίες του στο σατιρικό φύλλο ‘Εξόρμησις’. Είχε παρατήσει την Ανωτάτη Εμπορική για την Αρχιτεκτονική, και ήταν βασικός συνεργάτης της ‘Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς’, με ιδιαίτερο ταλέντο στις προσωπογραφίες και στις φυσιογνωμιστικές απεικονίσεις. Το ταλέντο αυτό, όμως, δεν το κρατούσε μόνο για τα νόμιμα έντυπα, αλλά το χρησιμοποιούσε και για τα παράνομα έντυπα της Αντίστασης.
[Πρωθυστερόγραφο: Υπενθυμίζουμε την ‘Πολιτική Αναδημοσιεύσεων‘, την οποία, παρακαλούμε διαβάστε την, σε περίπτωση αντιγραφής του άρθρου –ευχαριστούμε. Φυσικά, αναδημοσιεύσεις και reblog, με αναφορά στην πηγή, είναι πάντα ευπρόσδεκτες].
Το δελτίο προγραφών και καταγγελιών με τους στοχοποιημένους από την ΟΠΛΑ προδότες
Η ‘κόκκινη βία’ [*] της εφημερίδας ‘Κατηγορώ’, έκδοση της ΚΟΑ του ΚΚΕ, Αθήνα, 1944
[*] Η φράση ‘κόκκινη βία‘ μέσα σε εισαγωγικά, ασφαλώς, διότι εμείς δεν υιοθετούμε τα ιδεολογήματα περί ‘κόκκινης‘, ‘μαύρης‘ και ‘λευκής‘ βίας.
(Εξηγούμαστε):
Οι οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας και των Ευζωνικών Ταγμάτων ονομάζονταν ‘ταγματασφαλίτες‘. Στα μισητά τους πρόσωπα, η σοφή λαϊκή λεξιπλασία μεγαλούργησε. Δεν είναι μόνο το ευφυέστατο ‘Γερμανοτσολιάδες’ για εκείνους που ντρόπιαζαν τη στολή του Εύζωνου, ούτε εκείνο το ενοχλητικό ήτα που αντικαθιστά το γιώτα, ώστε η λέξη να γράφεται ‘ταγματασφαλήτες’ ή, για συντομία, ‘τ/αλήτες‘, ώστε και οπτικά ακόμα να δείχνεται η απέχθεια και το μίσος του λαού για τους προδότες με την ελληνική στολή που σιτίζονταν από την γερμανική μισθοτροφοδοσία (και το πλιάτσικο). Η κοινή γνώμη τους ονόμασε, επίσης, και ‘Ράλληδες‘, από το όνομα του τρίτου και τελευταίου κατοχικού πρωθυπουργού-κουΐσλιγκ, Ιωάννη Ράλλη. Ο Ράλλης, του οποίου η οικογένεια δεν σταμάτησε ποτέ να βγάζει πολιτικούς από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821 μέχρι τις μέρες μας, παλιός πολιτικός και βουλευτής από το 1906 σε ηλικία 28 ετών, δημιουργός και ηθικός αυτουργός της συγκρότησης των Ταγμάτων Ασφαλείας, με κύριο μέλημα τη ‘διατήρηση της τάξεως‘ και την ‘αντιμετώπιση των αναρχικών‘, είχε δηλώσει στην Παναθηναϊκή Παλλαϊκή Επιτροπή, αποτελούμενη από Μητροπολίτες, Καθηγητές Πανεπιστημίων και προέδρους πνευματικών σωματείων και επαγγελματικών συλλόγων, που τον επισκέφτηκε για να του παραδώσει διάβημα διαμαρτυρίας για το διάταγμα επιστράτευσης, τον Αύγουστο του 1944:
«Εγώ έχω προσφέρει την μεγαλυτέραν υπηρεσίαν εις τον τόπον με την σύστασιν των Ταγμάτων Ασφαλείας, διά την οποίαν υπερηφανεύομαι και διά την οποίαν θα ζητήσω να τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον. Μάλιστα, κύριοι, να τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον, διότι εγώ έχω μεγαλύτερα δικαιώματα και από αυτόν τον Σωκράτην […] Εγώ δεν πρόκειται, βέβαια, να ανακαλέσω την διαταγή περί επιστρατεύσεως. Λυπάμαι μόνο διότι τα μέσα μου δεν μου επιτρέπουν να συγκροτήσω και ‘άλλον στρατόν’ και να τους συντρίψω και εδώ και εις την ύπαιθρον και να επιβάλω το κράτος του Νόμου». [**]
[**] Τα πρακτικά της συζήτησης σώζονται στο αυτοβιογραφικό ‘Στιγμές από την προσωπική μου διαδρομή‘ του Λεωνίδα Κύρκου, Εστία, Αθήνα, 2007
Στην απολογία του, η οποία βρίσκεται στο βιβλίο που έγραψε όταν ήταν προφυλακισμένος και εκδόθηκε το 1946 σε επιμέλεια του υιού του, υπάρχει ένα πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα, που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε πλήρως το έδαφος στο οποίο γεννήθηκε το μίσος για τους πάσης φύσεως δωσίλογους:
Γεώργιος Ράλλης (επιμέλεια), Ο Ιωάννης Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου, Αθήνα, 1947, σελ. 65, “Σφάχτε τους, αυτούς και τον άτιμο προδότη, τον Φον Ράλλη”
«Αηδιασμένος διά την πόρρωσιν των κτηνανθρώπων και τους αλλαλαγμούς των ελληνοφώνων τεράτων, ωρθώθησαν αι τρίχες της κεφαλής του», λοιπόν, καθώς οι λέξεις ‘Ράλλης’ και ‘Ράλληδες’ ήταν ισοδύναμες με βρισιές, αν όχι χειρότερες, όμως ο πραγματικός λόγος του εκνευρισμού του δεν ήταν το ‘Φον Ράλλης’, αλλά το γεγονός της ομόθυμης καταδίκης του από όλους ανεξαιρέτως, και, φυσικά, και από τους Βρετανούς και την εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου.
Μια μοναδική και άγνωστη φωτογραφία. Ο Ιωάννης Ράλλης ενθαρρύνει μικτό απόσπασμα από αξιωματικούς της Ειδικής Ασφάλειας, αστυφύλακες και Ταγματασφαλήτες (διακρίνονται στο βάθος), ίσως λίγο πριν ή λίγο μετά από κοινή επιχείρηση “επιβολής του Κράτους και του Νόμου” εναντίον των ΕΑΜικών πληθυσμών
Για να θυμούνται οι παλιοί, και να μαθαίνουν οι νέοι (πονηροί και αρουραίοι):
Αρχές-μέσα της δεκαετία του ’80 (early eighties που λένε ελληνικά).
Από τη μια η ‘ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος Β’ Πανελλαδική’ ή/και η εξέλιξή τους, οι ‘Αριστερές Συσπειρώσεις’ και λοιπές εξωκοινοβουλευτικές ομάδες, και από την άλλη η τότε ταχέως αναπτυσσόμενη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ/ΟΝΝΕΔ, με Ρέιντζερς, Κένταυρους και λοιπές ομάδες κρούσης.
Οταν οι πρώτοι έβριζαν τους δεύτερους ‘ΔΑΠίτες-Χίτες-Ταγματασφαίτες‘, οι δεύτεροι παραδόξως (για την κοινή λογική) υιοθετούσαν το σύνθημα αυτό, ας πούμε για να τονίσουν την ταυτότητα της ‘μαχητικής εθνικοφροσύνης’, που οι πρώτοι τους απέδιδαν ως βρισιά και ως μομφή.
Δηλαδή τα ΟΝΝΕΔόπουλα φώναζαν ‘Ζήτωσαν οι Χίτες, οι ταγματασφαλίτες, ζήτω η ΟΝΝΕΔ και οι ΔΑΠίτες‘, και κάτι τέτοια. Και η απάντηση ήταν ‘ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς‘ (μόλις είχε αναγνωριστεί και η Εθνική Αντίσταση, επίσημα από την ΠΑΣΟΚ το 1982).
Κάπου εκεί κοντά ήμουν, και θεωρώ ότι το σύνθημα αυτό τότε ακούστηκε και υπό τις συνθήκες που περιέγραψα, στα φοιτητικά αμφιθέατρα.
Το “ρεζερβέ” πάνω αριστερά ταιριάζει, αν έχετε ακούσει μια πιο πλήρη βερσιόν του συνθήματος, που πάει κάπως έτσι “ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς, Χίλιοι καλοί χωράνε, Ανοίξαμε και σας περιμένουμε” 🙂
Γενιές ολόκληρες από δεξιούς και εθνικόφρονες αντιστασιακούς, π.χ. του ΕΔΕΣ ή της ΕΚΚΑ, αυτοί και οι απόγονοί τους, και επί πολλά χρόνια, κάνουν αγώνα, και διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, ώστε η κοινή γνώμη, και ειδικά οι ιστορικοί, να μην τους ταυτίζουν με τους Χίτες της Οργάνωσης ‘Χ’ του Γεώργιου Γρίβα-Διγενή και με τα Τάγματα Ασφαλείας, τους γνωστούς Ράλληδες, τους Γερμανοτσολιάδες.
1944: Γερμανοτσολιάδες, Ιωάννης Πλυτζανόπουλος, Γ. Σγούρος και πιθανόν Θ. Σγούρος (Μπέμπης) πιθανόν πριν το μπλόκο στην Κοκκινιά.
Γενιές ολόκληρες από μέλη της ‘Χ’, και μέλη της οργάνωσης ΡΑΝ, αυτοί και οι απόγονοί τους, και επί πολλά χρόνια, κάνουν αγώνα, και διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, ώστε η κοινή γνώμη, και ειδικά οι ιστορικοί, να μην τους ταυτίζουν με τα Τάγματα Ασφαλείας, τους γνωστούς Ράλληδες, τους Γερμανοτσολιάδες. (Ο στενός συνεργάτης του Γρίβα, Νίκος Φαρμάκης, μεγαλοστέλεχος της ‘Χ’ και πρωταγωνιστής στα Δεκεμβριανά, έτσι τους έχει αποκαλέσει σε ντοκιμαντέρ, ‘ταγματαλήτες‘, επί λέξει).
Και γενιές ολόκληρες από άνδρες της Χωροφυλακής, έφεδροι, εθελοντές άνευ θητείας και μόνιμοι, αυτοί και οι απόγονοί τους, και επί πολλά χρόνια, κάνουν αγώνα, και διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους, ώστε η κοινή γνώμη, και ειδικά οι ιστορικοί, να μην τους ταυτίζουν με τους Χίτες της Οργάνωσης ‘Χ’ του Γεώργιου Γρίβα-Διγενή και με τα Τάγματα Ασφαλείας, τους γνωστούς Ράλληδες, τους Γερμανοτσολιάδες.
Ομως, η λαϊκή μούσα, η φιλική, η δική τους λαϊκή μούσα, μάλλον έχει άλλη γνώμη.
Στα τραγούδια, που έχουν μείνει γνωστά με το γενικό όρο ‘Χίτικα‘, συναντάμε την πλήρη ταύτιση των τριών αυτών κατηγοριών.
Και βλέπουμε να μπαίνουν στην ίδια κατηγορία οι Χίτες, οι Ταγματασφαλήτες και οι Χωροφύλακες άνευ θητείας, που λέγανε.
Ο λαϊκός υμνωδός δεν αφήνει αμφιβολίες, το λέει καθαρά
Γειά σας ταγματασφαλίτες, χωροφύλακες και χίτες
λέει το τραγούδι.
Ας το δούμε ολόκληρο. Είναι το τραγούδι του Βαγγέλη Μαγγανά:
Απ’ όλα τα αποσπάσματα Του Μαγγανά μ’ αρέσει, που έχει τις σφαίρες σταυρωτά, τ’ αυτόματο στη μέση.
Γεια σου Μαγγανά μου, γεια σου με τους Χίτες τα παιδιά σου.
Με τι καρδιά ρε Μαγγανά στη Καλαμάτα μπήκες και έσπασες τις φυλακές και έβγαλες τους Χίτες.
Γειά σας ταγματασφαλίτες, χωροφύλακες και χίτες
Δεν είμαστε κομμουνισταί, ούτε και λαοκράται ειμαστε ελληνόπουλα, Χίτες, επαναστάται.
Γεια σου Μαγγανά μου, γεια σου με τους Χίτες τα παιδιά σου.
Το βλέπεις ‘κείνο το βουνό, πουλιά δεν τ’ ανεβαίνουν μα του Βαγγέλη τα παιδιά τ’ ανεβοκατεβαίνουν.
Γεια σου Μαγγανά μου, γεια σου να χαρείς το απόσπασμά σου.
Και σε μια άλλη εκδοχή, τα πράγματα γίνονται πολύ μοβόρικα
Το βλέπεις ‘κείνο το βουνό το πιο ψηλό απ’ τα άλλα; Εκεί θα στήσει ο Μαγγανάς κομμουνιστών κρεμάλα
# Του Μαγγανά
Στον ίδιο σκοπό, με την ίδια μουσική, το τραγούδι του Πάνου Κατσαρέα.
# Γειά σου Φίλε Κατσαρέα, με τη χίτικη παρέα
Ο Γεώργιος Ζάρας ήταν, βέβαια, διαφορετική περίπτωση από τους δύο παραπάνω, αλλά έχει κι αυτός το δικό του τραγούδι (είναι ο ‘χωροφύλακας’ του στίχου):
# Του Ζάρα
Τέλος, ένα τραγούδι, που θα μπορούσε να είναι αφιερωμένο σε οποιονδήποτε από τους παραπάνω, αλλά εμείς νομίζουμε ότι είναι το τραγούδι για τους ΕΔΕΣιτοράλληδες.
# Ποτέ να μη παραδοθείς στου Βελουχιώτη τα σκυλιά
Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο γράφτηκε αυτό το άρθρο (τα τραγούδια και τα βίντεο ήταν … παράπλευρο ‘δώρο’!) είναι για να θυμίσουμε ότι επίσημα, πλέον, τα (προδοτικά, ακόμη και για τους Χίτες, ακόμη και για τους χωροφύλακες) Τάγματα Ασφαλείας βρήκαν τη θέση τους δίπλα στις υπόλοιπες δεξιές και ακροδεξιές και φιλομοναρχικές οργανώσεις, χάρη σε ένα βιβλίο.
Πρόκειται για το βιβλίο, έκδοση της ‘Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Εθνικών Αντιστασιακών Οργανώσεων’, με τίτλο ‘Η Εθνική Αντίσταση των Ελλήνων‘, Αθήνα, 2001, μια εθνικόφρων έκδοση με φιλοδοξίες απάντησης στην αναγνώριση της εαμικής Αντίστασης. Ανάμεσα σε όλες τις γνωστές και αναγνωρισμένες οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης, όπως ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ, φιγουράρουν πλέον και τα Τάγματα Ασφαλείας.
Αλήθεια, πως θα ένοιωθαν, άραγε, οι πατριώτες του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ αν μάθαιναν ότι τους ‘τιμούν’ στην ίδια έκδοση, από κοινού με τους ράλληδες ταγματαλήτες γερμανοτσολιάδες;
Πρόκειται για ένα λεύκωμα που κυκλοφόρησε αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους Ναζί, το 1945, μια συλλογική δουλειά με ποιήματα, κείμενα και χαρακτικά, από τον ΕΑΜικό εκδοτικό οργανισμό ‘Ο Ρήγας’.
Θυσιαστήριο της Λευτεριάς Πρωτομαγιά, εκδόσεις Ρήγας, 1945
Στα χαρακτικά και στα συνοδευτικά κείμενα βλέπουμε τις θυσίες του ελληνικού λαού, ξεκινώντας από τη θυσία του Αθανάσιου Διάκου μέχρι τους 200 εκτελεσμένους στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά του 1944, τις μαζικές εκτελέσεις στο Δοξάτο, στα Καλάβρυτα, στο Δϊστομο, το μπλόκο στην Κοκκινιά, τους κρεμασμένους σε κοινή θέα στις πλατείες της Αθήνας, τους ανάπηρους πολέμου, που ήταν ο πρώτος (και εύκολος) στόχος των Ράλληδων, δηλαδή των μισητών προδοτών των Ταγμάτων Ασφαλείας, και πολλά άλλα.
Τα χαρακτικά, έργα ΕΑΜιτών καλλιτεχνών ασφαλώς, θα γίνουν αργότερα, ας πούμε τη λέξη, ‘διάσημα’ και θα αποτελούν την μόνιμη επιλόγή εικονογράφησης σε σχετικά θέματα.
Ενα πραγματικό ντοκουμέντο.
Κατηγορίες των μοναρχο-φασιστο-χιτων-ταγματασφαλητών και λοιπών ράλληδων-μπουραντάδων-πούλων-σούρληδων-παπαδόγκωνων-βουγιουκλάκηδων και λοιπών γερμανοντυμένων, που για να αποδείξουν τα περί «εξαχρείωσης των αγοριών και διαφθοράς των κοριτσιών» από τις οργανώσεις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ-Αετόπουλα« (κυρίως για τις δυο τελευταίες),
τραγουδούσαν τραγούδια, όπως τη χίτικη εκδοχή του γνωστού “Γιούπι-Για-Για”, κάπως έτσι:
«Τα κορίτσια πούταν πρώτα στην ΕΠΟΝ Τα κορίτσια πούταν πρώτα στην ΕΠΟΝ πίνουν φάρμακα, πονάνε και τον Στάλιν βλαστημάνε που τις έβγαλε στον δρόμον τον κακόν».
Ή άλλο:
«Τώρα πούναι οι Γερμανοί η κοιλιά σου είν’ αδειανή κι όταν έρθουνε οι Ρώσοι η κοιλιά σου θα φουσκώσει».
Ή άλλο:
«Και μπεμπέδες και δώρα πολλά μας χαρίσαν τα ελληνικά βουνά φουσκωμένες οι κοιλιές τα φυσίγγια αρμαθιές του ΕΛΑΣ ηρωίδες είν’ αυτές. Και στους εννέα μήνες ακριβώς βγαίνει ο μπέμπης ο βουνίσιος ο στρουμπουλός, μα δεν ξέρει ο φουκαράς ποιος να είναι ο μπαμπάς, ασφαλώς κάποιος αλήτης του ΕΛΑΣ».
Οπερ, αφού «η έκλυσις των ηθών και η ανηθικότητα των μπολσεβίκων» διαπιστώνονταν, διότι, λέει, βρίσκανε στις τσέπες των «συμμοριτισών άφθονα φάρμακα διά τα αφροδίσια νοσήματα, συνεπεία των «προθέσεων των κομμουνιστών εαμικών να επιβάλλουν την πορνείαν και την ακολασία».
Οι ελαφρές ταξιαρχίες του Μάρκο(υ Βαφειάδη). Σκίτσο του Μποστ.
«Ερχουνται, έρχουνται οι συμμορίτες.
με τον Κατριβάνο απ’ το Λιοντάρι,
έρχουνται, έρχουνται,
κι ο Καρατζαφέρης απ’ την Ποταμιά»
[Σ.Σ.: Δημώδες της Πελοποννήσου, την εποχή της ΕΑΜοκρατίας]
Αν πιστέψουμε τα όσα λέει ο πρόεδρος του ΛάΟΣ στις εκπομπές προς τους τηλεθεατές-οπαδούς του στο κανάλι του ‘ΤΗΛΕΑΣΤΥ’, ένας προπροπάππους του ήταν υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, ή κατά περίπτωση, δεξί χέρι του Παπαφλέσσα, ή ίσως πολέμησε και στο Μανιάκι. Ενας άλλος προπάππους του είχε ταξιδέψει από την Πελοπόννησο στη Μακεδονία, για να ελευθερώσει την σκλαβωμένη στους Τούρκους Μακεδονία, κατά τον Μακεδονικό αγώνα. Ενας άλλος, νομίζω ότι είχε λάβει μέρος στα γεγονότα που οδήγησαν στην απελευθέρωση της Θεσσαλίας, και ίσως και στον ατυχή πόλεμο του 1897. Οπωσδήποτε, κάποιος συγγενής του Καρατζαφέρη, δεν μπορεί, θα είχε πολεμήσει και στα βουνά της Αλβανίας το 1940-1941.Γενικά μιλώντας, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα του Γεώργιου Καρατζαφέρη, του πιο πρόσφατου και πιο ηρωικού μέλους της φαμίλιας, η οικογένεια Καρατζαφέρη ήταν παρούσα σε κάθε μεγάλη ιστορική στιγμή του γένους.
«Το πιάσατε το υπονοούμενο;;;»
Προκαλεί εντύπωση, λοιπόν, το ότι για την δεκαετία 1940-1950, δηλαδή για την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, ο καναλάρχης αρχηγός κόμματος, δεν έχει κάνει την παραμικρή αναφορά. Αν, υποθέτουμε, κάποιος πρόγονός του ήταν μέλος των φιλοβασιλικών εθνικιστικών ομάδων της Πελοποννήσου, λογικό θα ήταν ο κονφερασιέ πολιτικός να καυχιόταν γι’ αυτό -γιατί όχι;;; Εδώ ο τηλεπρόεδρος έχει κάνει σειρά εκπομπών-αφιερωμάτων στην ‘Οργάνωση Χ’ του Γεώργιου-Γρίβα Διγενή, και θα ξεχνούσε την συνεισφορά της δικής του οικογένειας (αν υπήρχε συνεισφορά) κατά των κομμουνιστοσυμμοριτών;;; Το ΤΗΛΕΑΣΤΥ δεν ξεχνάει κανένα μνημόσυνο στου Μακρυγιάννη, στον Φενεό, στην Στιμάγκα, στο Μελιγαλά, στο Γράμμο-Βίτσι. Δεν θα ήταν λογικό, αν κάποιος μπάρμπας του Λαάρχη ανήκε στις παραστρατιωτικές παρακρατικές ομάδες-συμμορίες της Κατοχής και του Εμφυλίου, να είχαμε πλήθος αναφορών σε αυτόν τον μπάρμπα;;; Ακόμη και στα Τάγματα Ασφαλείας να υπηρετούσε κάποιος συγγενής του Γιώργου, πάλι θα ήταν άξιος θαυμασμού από το φιλοταγματασφαλήτικο ακροδεξιό κοινό του. Μήπως, πάλι, αναρωτιόμαστε, η οικογένεια Καρατζαφέρη ήταν «ουδέτερη» και απλά «κοιτούσε τη δουλειά της» και μόνο;;; Ισως.
Είναι γεγονός, πάντως, ότι την περίοδο της Κατοχής, στον ΕΛΑΣ υπηρετούσε ο Νικόλαος Καρατζαφέρης. Ηταν ένας από τους Πελοποννήσιους μόνιμους αξιωματκούς και υπαξιωματικούς που προσχώρησαν στον ΕΛΑΣ, σύμφωνα με τον σχετικό κατάλογο από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Μπρούσαλη, ‘Η Πελοπόννησος στο πρώτο αντάρτικο 1941-1945, Απελευθερωτικός αγώνας και εμφύλια διαμάχη‘, εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα, 1997, κλικ εδώ. Ο Νικόλαος Καρατζαφέρης καταγόταν από την Ποταμιά Αρκαδίας, όπως άλλωστε και ο ίδιος ο μποντιμπιλντεράς τηλεπρόεδρος.
Σύμφωνα με αφηγήσεις κατοίκων της περιοχής, ο Νικόλαος Καρατζαφέρης εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ μέσα στην Κατοχή, και τον Οκτώβριο του 1944, όταν οι Γερμανοί τα μάζευαν από την Ελλάδα, (αρχές-αρχές του Οκτωβρίου είχαν σχεδόν αποχωρήσει από την Πελοπόννησο), ο Νικόλαος Καρατζαφέρης υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ με το βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Και δεν ήταν κάποιο τυχαίο μέλος του ΕΛΑΣ. Αντίθετα, ήταν αυτός, που μαζί με έναν ακόμη αξιωματικό του ΕΛΑΣ, υπέγραψε το ‘σύμφωνο μη επίθεσης μεταξύ Τάγματος Ασφαλείας του Λόχου Ναυπλίου με τον ΕΛΑΣ‘, στις 5 Οκτωβρίου 1944 (παρατίθεται στο τέλος του άρθρου).
Και, είναι βέβαιο, ότι οι κάτοικοι θυμούνται καλά τον Νικόλαο Καρατζαφέρη, ακόμη και σήμερα. Αυτό φαίνεται από το αυτοσχέδιο στιχάκι, περισσότερο μουρμούρισμα ίσως ήταν, που τραγουδιόταν για να ειδοποιούνται οι κάτοικοι, όταν πλησίαζαν οι οπλίτες του ΕΛΑΣ.
«Ερχουνται, έρχουνται οι συμμορίτες.
με τον Κατριβάνο απ’ το Λιοντάρι,
έρχουνται, έρχουνται,
κι ο Καρατζαφέρης απ’ την Ποταμιά»
«Ρε μπας και τρέχει στις φλέβες μου κομμουνιστικό αίμα, και δεν το γνωρίζω;;;»
Για την ιστορία, να πούμε, μόνο, ότι ο ‘Κατριβάνος’ στο στιχάκι ήταν ο Θεόδωρος Κατριβάνος, στέλεχος της ΕΔΑ, προδικτατορικά, αλλά και στη μεταπολίτευση. Στο τέλος της πολιτικής του καρριέρας, είχε εκλεγεί Υπερνομάρχης Αθηνών-Πειραιώς, την πρώτη χρονιά που εισήχθη ο θεσμός των αιρετών Νομαρχών, το 1994, με την υποστήριξη της ΝΔ. Ηταν αυτός που είχε μαλώσει άγρια με τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο, τον κατηγορούσε για μαϊμού-αντιστασιακό, και ότι ήταν, λέει, στσ Τάγματα Ασφαλείας, και ότι είχε προαχθεί σε Λοχία, με την υπογραφή των κατοχικών αρχών και του ίδιου του Χίτλερ. Η υπόθεση είχε φτάσει στα δικαστήρια, και είχε βγει και σχετικά βιβλίο. Η επίθεση Κατριβάνου προς τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο είχε ξεκινήσει από τις στήλες του περιοδικού ‘Νέμεσις’ της Λιάνας Κανέλλη. Η περιοχή δράσης του σχηματισμού του ΕΛΑΣ του Θεόδωρου Κατριβάνου ήταν ακριβώς η ίδια με την περιοχή δράσης του τάγματος του Νικόλαου Καρατζαφέρη, η ευρύτερη περιοχή της Αρκαδίας.
Ασφαλώς, δεν σημαίνει τίποτα όλη αυτή η ιστορία -τουλάχιστον για τους προοδευτικά σκεπτόμενους πολίτες, η καταγωγή ενός ΕΛΑΣίτη Αντισυνταγματάρχη από την οικογένεια Καρατζαφέρη, το πολύ-πολύ να τους κάνει να σκεφτούν «μα για ποιο λόγο ο Λαάρχης να το κρύβει έτσι συστηματικά, άραγε;;;»
Για τους ακροδεξιούς τους τοποθετημένους δεξιότερα του ΛάΟΣ και διαφωνούντες με την πολιτική του ‘Χέρι-Χέρι’ τηλεπροέδρου, ίσως είναι μια αφορμή ακόμη να υποτιμήσουν περισσότερο τον ονομαζόμενο από αυτούς και “κωλοτούμπα” της ακροδεξιάς και του εθνικιστικού ρεύματος. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα ήταν ενδιαφέρον να ακούσουμε τη γνώμη του (κονφερασιέ, μποντιμπιλντερά, παραγωγού σεξιστικών διαφημιστικών σλόγκαν, πρώην ιδιοκτήτη σχολής και πρακτορείου μοντέλων, παραγωγού κίτρινων ‘ειδησεογραφικών’ βιντεοταινιών, του μοναδικού αρχηγού κόμματος με ιδιόκτητο ραδιοσταθμό, τηλεοπτικό σταθμό, σχολή δημοσιογραφίας και εφημερίδας) του ανθρώπου που έχει μετατρέψει την δημόσια σφαίρα λόγου και πολιτικής σε τηλεπαραγωγή επιπέδου αναψυκτηρίου και αισθητικής Δελφινάριου …
… να ακούσουμε, λοιπόν, τη γνώμη του για τον «κομμουνιστοληστοσυμμορίτη ΕΑΜοβουργαροσλάβο ψειροκατσαπλιά» μπάρμπα του.
Πρόκειται για ένα βιβλίο/λεύκωμα με φωτογραφίες, ένα βιβλίο ορόσημο στο πεδίο της ιστοριογραφίας για την Κατοχή, που όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1980 στην Ελλάδα, από τις εκδόσεις ‘Μετόπη’, σημειώθηκε μια πραγματική έκρηξη.
Ο δημοσιογράφος, συγγραφέας και ερευνητής Βάσος Π. Μαθιόπουλος, ανταποκριτής ελληνικών ΜΜΕ (‘Βήμα’ και ‘Νέα’) στη Δυτική Ευρώπη, κατόρθωσε να αποκτήσει αρκετές σειρές φωτογραφιών από την περίοδο της γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα, από τα κρατικά Ομοσπονδιακά Αρχεία της Δυτικής Γερμανίας, τα BundesArchiv. Κάποιες από τις φωτογραφίες αυτές δημοσιεύτηκαν αρχικά στπ περιοδικό ‘Ταχυδρόμος‘, το 1980, και ήταν η πρώτη φορά που ο κόσμος μπορούσε να δει τι ακριβώς ήταν τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας, και πως ήταν οι οπλίτες και οι αξιωματικοί τους, οι περιβόητοι Ράλληδες, αλλά και τι είδους επιχειρήσεις έκαναν, πάντοτε μαζί με τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Το βιβλίο είχε τίτλο ‘Εικόνες Κατοχής‘ και υπότιτλο ‘Φωτογραφικές μαρτυρίες από τα γερμανικά αρχεία για την ηρωική αντίσταση του ελληνκού λαού‘.
Το εξώφυλλο από την 3η έκδοση του βιβλίου, από τις εκδόσεις ‘Ερμής’, το 1990.
Για πρώτη φορά, έβλεπε το κοινό την σκηνή ενός εφήβου, του Βλάσση Αποστολάρη, κρεμασμένου σε ένα δέντρο σε κεντρικό δρόμο των Αμπελοκήπων της Αθήνας ή την σκηνή ενός άλλου νεαρού, σχεδόν παιδιού, επίσης να κρέμεται από ένα δέντρο νεκρός, και δίπλα του ο γερμανοτσολιάς να χαμογελάει στον φακό. Για πρώτη φορά, είδαν οι αναγνώστες τον διαβόητο Συνταγματάρχη Γεώργιο Πούλο και την συμμορία του, μαζί με Γερμανούς αξιωματικούς και οπλίτες, ασφαλώς, και από κοντά και ο παπάς του ΕΕΣ ή ‘Poulos Verband‘, και είδαν φωτογραφία του Πούλου να βγάζει λόγο «εναντίον του μπολσεβικισμού» σε ένα χωριό της Δυτικής Μακεδονίας, μάλλον στον Πελαργό.
Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν άμεση. Πολλοί έγραψαν στον ΔΟΛ και στον κ. Μαθιόπουλο για να δώσουν παραπάνω πληροφορίες για τις φωτογραφίες αυτές, μιας και στα αρχικά φιλμ δεν υπήρχαν λεζάντες ή άλλες πληροφορίες. Οι μόνες πληροφορίες ήταν η χρονολογία που πάρθηκαν οι φωτογραφίες (οι περισσότερες στο 1943 και κάποιες στο 1944) και το όνομα του φωτογράφου κάποιων από τις σειρές φωτογραφιών, κάποιος Μίλερ που υπηρετούσε στα Ες-Ες.